Haaretz Δευτέρα 11.12. 2017
Marilyn Garson*

Ο πρώτος παλαιστίνιος διαδηλωτής μετά την δήλωση του Trump σκοτώθηκε στο Khan Younis. Το πιθανότερο είναι να μην είχε δει ποτέ του την Ιερουσαλήμ, μία ώρα περίπου από τη Γάζα. Θα είχε δημιουργήσει στο μυαλό του τη δική του φανταστική εικόνα για την Ιερή Πόλη, μια πολλά υποσχόμενη εικόνα που βλέπεις σε αμέτρητους τοίχους στη Γάζα.

 

Από καιρό σε καιρό καθ’ όλη τη διάρκεια των πρώτων χρόνων της παραμονής μου στη Γάζα, το 2011-2012, συνήθιζα να περνώ μια εβδομάδα στην Ιερουσαλήμ. Μετά τον πρωϊνό σαββατιάτικο καπουτσίνο μου στο Βιβλιοπωλείο Educational επί της Οδού Salah Eddin της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, πήγαινα στην Πύλη της Γιάφας στην Παλιά Πόλη. Κοιτώντας μακριά από τα τείχη, έβλεπα Εβραίους που έφταναν για να προσευχηθούν. Για μένα είχε περισσότερο νόημα η κίνηση σ’ αυτούς τους δρόμους παρά το ίδιο το τελετουργικό της προσευχής.

Τότε συνήθιζα να περπατάω πάνω-κάτω στους στερνούς αρμούς: Ισραήλ/Παλαιστίνη/Ισραήλ/ Παλαιστίνη. Δύο πόλεις σπρώχνουν βρόμικα η μία την άλλη, εθνότητες με προφανείς ανισότητες ως προς τον δημοτικό κατά κεφαλήν προϋπολογισμό.

Το πεζοδρόμιο έσπασε κάτω από τα πόδια μου αστράφτοντας από σπασμένα γυαλιά.

Μύριζαν έντονα οι σαραβαλιασμένες, γεμάτες σκουπίδια μονοθέσιες βάρκες και τότε διάβασα το μενού ενός εστιατορίου της εύτακτης Δύσης. Σύγκρινα τα αλανιάρικα παιδιά στους δρόμους των Υπερορθόδοξων Εβραίων και των Παλαιστινίων με τις παιδικές χαρές στη Γερμανική Συνοικία της νέας πόλης. 

Τσαλαπάτησα τους αρμούς της περιήγησης της προσωπικής μου συνύπαρξης. Περπάτησα για να υπενθυμίσω στον εαυτό μου ότι μια διαιρεμένη Ιερουσαλήμ δεν θα μπορούσε ποτέ να χαλαρώσει. Οι άνθρωποί της είναι διακριτοί αλλά συνάμα και ανέλπιστα συνδεδεμένοι.

Πήγαινα συχνά στην Παλιά Πόλη στο ηλιοβασίλεμα γιατί μου άρεσαν αυτές οι απαλά ροζ και χρυσές πέτρες και γιατί έβλεπα τις σκιές να πέφτουν από την πρασινάδα που ήταν σαν κηροπήγιο. 

Κάθε Σαββάτο με άρπαζε η αιώνια, συμβολική Ιερουσαλήμ. Κανένα τμήμα της Ιερουσαλήμ δεν είναι επίπεδο αλλά θα ήθελα να είναι. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ την Ιερουσαλήμ σαν κάτι άλλο παρά μόνο ως δική μας. Ο καθένας είναι ευπρόσδεκτος να συνυπάρξει στην πόλη μου.

Χρειάστηκε ένας χρόνος για να παρατήσω –όχι την Ιερουσαλήμ, αλλά τα όρια της ελευθεριάζουσας φαντασίας μου.

Κι αυτό συνέβη μια Παρασκευή. Το Ισραήλ είχε αποκλείσει τους μουσουλμάνους ηλικίας 18-45 από το Τέμενος Al Aqsa ενώ περιπολικά είχαν περιορίσει τους δρόμους που συνέδεαν Ανατολή με Δύση. Καθώς στεκόμουν ακίνητη στο μονοπατάκι μου, ένα λεωφορείο ξεφύσαγε πίσω μου που είχε κολλημένο στη γωνία του παρμπρίζ ένα χειρόγραφο σήμα: κληρονομικό δικαίωμα. Κινήθηκε στις παρυφές της Ανατολικής Ιερουσαλήμ και έφερε νεαρούς Εβραίους από το εξωτερικό για να προσευχηθούν στα τείχη από τα οποία τους είχαν αποκλείσει.

"Ποιανού το κληρονομικό δικαίωμα;” διερωτήθηκα.

Παράτησα τη φανταστική μου Ιερουσαλήμ. Θα είμαι πάντα ένας από τα εκατομμύρια όσων δεν είναι κάτοικοί της και που νιώθουν κομμάτι της αλλά που άρχισε να σκέφτεται διαφορετικά. Και πιο συγκεκριμένα, άρχισα να διερωτώμαι πώς θα έμοιαζε μια πόλη με ίσο κληρονομικό δικαίωμα.

Γύρω μου το Ισραήλ καινοτομούσε σε διακρίσεις. Δρόμοι ανυψώνονταν και αυτοκινητόδρομοι πέρναγαν μέσα από βουνά για να κρύψουν τον έναν από τον άλλο. Στρατοί μάχονταν μέσα από τους τοίχους καθιστικών. Διηγήσεις άρνησης και δικαιολογίας ανακάτευαν τα γεγονότα. Για να μην το παρακάνουμε, οι σήραγγες από τη Γάζα υπονόμευαν την κατοχή.

Αν ο διαχωρισμός ήταν μια υποδομή, θα μπορούσε επίσης να οικοδομηθεί και δικαιοσύνη; Τι θα γινόταν εάν ο ίδιος προϋπολογισμός, η ίδιο επινοητικότητα αφιερωνόντουσαν να μοιραστούμε μια πόλη;

Η Ιερουσαλήμ δεν είναι η πρώτη πόλη που αποτελεί αντικείμενο διεκδικήσεων. Μελέτησα τη σημασία των διαφιλονικούμενων πόλεων. Διάβασα για ακανόνιστες εργασίες που γίνονται καθώς άλλα έθνη προσπάθησαν να οραματιστούν εκ νέου τις συνεργασίες τους. Κανείς δεν κατοικεί σε μια πόλη με επίπεδα δικτυωτά τετράγωνα. Ζούμε τη ζωή μας στο χρόνο, με τις συνήθειές της, τα νοήματά της, τους πολιτισμούς της. Αυτές είναι διαστάσεις συνύπαρξης και υπάρχουν πολλά προγράμματα συνύπαρξης με τη γνώση να τα αντιμεταθέσουμε, αν μας το ζητήσει κάποιος.

Περπατούσα λιγότερο μετά τον πόλεμο του 2012. Το όραμα μιας συνύπαρξης φαινόταν ολοένα και περισσότερο πιο μακρινό.

Όταν έφυγα από τη Γάζα την τελευταία φορά πέρασα λίγες εβδομάδες προσπαθώντας να ανακτήσω τη χαρά που συνήθιζα να νιώθω στην Ιερουσαλήμ. Είχα λίγο χρόνο. Η Ιερουσαλήμ κλονιζόταν από οργή τον Σεπτέμβριο του 2015. Έφτασα στο ξενοδοχείο μου στην Abu Tor, απέφυγα με ελιγμούς τις πέτρες που πέταγαν οι μεταλλικές ρόδες μιας αυτοκινητοπομπής της αστυνομίας που θύμιζε Mad Max και καθυστερημένα κατάλαβα γιατί το δωμάτιό μου παρέμενε προσιτό κατά τη διάρκεια των διακοπών μου.

Η βία εκπέμπεται από την Παλιά Πόλη. Ο πρωθυπουργός Νετανιάου πάσχισε να εξουσιοδοτήσει την αστυνομία να αναπτύξει ελεύθερους σκοπευτές σε απάντηση στους λιθοβολισμούς, αναδημιουργώντας τις δυσαναλογίες της Πρώτης Ιντιφάντα. Ο υπουργός Δημόσιας Ασφάλειας παρακίνησε τους Παλαιστίνιους κατοίκους της Ιερουσαλήμ («κατοίκους» γιατί αυτό είναι μη διαθέτοντας τα δικαιώματα των πολιτών) να «συνυπάρξουν κατευνάζοντας την κατάσταση. Δεν έχει αλλάξει τίποτε στο status quo». 

Βέβαια, ναι, σκέφτηκα. Ακριβώς τίποτε.

Από τη γεμάτη φυλλωσιές στενωπό της Δεξαμενής του Σουλτάνου κοίταξα προς την Παλιά Πόλη μια τελευταία φορά. Άκουσα βήματα προς τη μεριά μου και γύρισα πίσω μου. Μια κοντόχοντρη παλαιστίνια έτρεχε σαν τον άνεμο, τα πόδια της είχαν πάρει φωτιά, το κεφάλι το έσπρωχνε πίσω για να πάρει ανάσα. Έξι άντρες έτρεχαν πίσω της σαν μια μηχανή με ξυρισμένα κεφάλια και με ένα κουβάρι όπλα που είχαν πάνω τους τατού. Χτύπησα με δύναμη τις τσέπες μου αλλά είχα επιστρέψει το τηλέφωνό μου. Δεν μπορούσα να καλέσω την αστυνομία ούτε να τους προφτάσω.

Αργότερα την ίδια μέρα ρώτησα την ανιψιά μου εάν είχε ακούσει κάτι στις τοπικές ειδήσεις.

Μου είπε, ρίχνοντάς μου μια συμπονετική ματιά: «Ω θεία Μαρ, αυτά τα πράγματα δεν είναι πια ειδήσεις».

 Έφυγα από το Ισραήλ όταν άρχισαν τα μαχαιρώματα.

 Ο Trump έχει πια δωρίσει την Ιερουσαλήμ στην εκλογική του βάση. Ως πρωτεύουσα που έχει πάρει διαζύγιο από μια λύση, μια Ιερουσαλήμ που θα έχει αποκλείσει εθνικά τους Παλαιστινίους κατοίκους της από το δικαίωμα του πολίτη. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία άνθρωποι που αναζητούν λύσεις μέσω του νόμου, της δικαιοσύνης, της ιστορίας ή της αμεροληψίας απέρριψαν την ενέργεια του Trump, ωστόσο οι ίδιοι δεν συσπειρώθηκαν γύρω από κάποιο άλλο όραμα.

Ο πρώτος παλαιστίνιος διαδηλωτής μετά την δήλωση του Trump σκοτώθηκε στο Khan Younis. Το πιθανότερο είναι να μην είχε δει ποτέ του την Ιερουσαλήμ, μία ώρα περίπου από τη Γάζα. Θα είχε δημιουργήσει στο μυαλό του τη δική του φανταστική εικόνα για την Ιερή Πόλη, μια πολλά υποσχόμενη εικόνα που βλέπεις σε αμέτρητους τοίχους στη Γάζα.

Ξέρουμε ότι σκοτώθηκε διαμαρτυρόμενος αλλά κανείς δεν έχει ακόμη επεξεργαστεί διεξοδικά για ποιο λόγο εκείνος και άλλοι διαμαρτύρονται. Σίγουρα όχι την επιστροφή στην Ιερουσαλήμ του τελευταίου μήνα. Η Ιερουσαλήμ δεν χρειάζεται περισσότερα από το status quo ante, χρειάζεται ένα σημείο καμπής. Έχει απομείνει κάποιο, σε ποια μεριά, ποιος μπορεί να γίνει καταλύτης ενός οράματος για μια καλύτερη Ιερουσαλήμ;

*Η Marilyn Garson έχει εργαστεί σε κοινότητες που επηρεάστηκαν από διενέξεις για 18 χρόνια. Εργάστηκε και έζησε στη Γάζα το διάστημα 2011-2015. Σήμερα γράφει από τη Νέα Ζηλανδία και για το ιστολόγιο Transforming Gaza.

https://www.haaretz.com/opinion/.premium-1.828293