Cohen.gr Κυριακή 15.1.2023
Jacko Algava 

Στη σύγχρονη περίοδο, από τον 19ο αιώνα και εξής, η γραπτώς παραδεδομένη Εβραϊκή αναβίωσε ως η ομιλουμένη γλώσσα του σύγχρονου Ισραήλ, η οποία αποκαλείται Νέα Εβραϊκή, Ισραηλινή Εβραϊκή. 

Η Νέα Εβραϊκή εμφανίζει αρκετά χαρακτηριστικά της Σεφαραδίτικης Εβραϊκής λόγω της τοπικής Ιεροσολυμικής παράδοσης, αλλά έχει ενσωματώσει επίσης αρκετούς νεολογισμούς και δάνεια (συνήθως τεχνικούς όρους) από ευρωπαϊκές γλώσσες και (συχνά καθημερινούς) όρους από την Αραβική, προκειμένου να λειτουργεί ως σύγχρονη γλώσσα. 

Σημαντική ώθηση στην προσπάθεια να επανέλθει η μελέτη τής Εβραϊκής ως σύγχρονης γλώσσας έδωσε το φιλοσοφικό κίνημα της Χασκαλά (Haskala «Διαφώτιση»), το οποίο έχει την αφετηρία του στο σύστημα ιδεών που παρουσίασε στη Γερμανία ο φιλόσοφος Μωυσής Μέντελσον (1729-1786). Στόχος του κινήματος ήταν η ευρύτερη ενσωμάτωση των Εβραίων στην κοινωνία, η οποία προϋπέθετε εκπαίδευση εκσυγχρονισμένη, που να επιτρέπει τη συμμετοχή τους στην επιστήμη και διεύρυνση της οικονομικής τους επιρροής. 

Η επίδραση αυτών των ιδεών υπήρξε αξιοσημείωτη. Οι ακόλουθοι του κινήματος, γνωστοί ως μασκιλίμ «πεφωτισμένοι» (משכילים), συνέβαλαν στην αναβίωση της εβραϊκής γλώσσας και στην επέκταση της χρήσης της έξω από το λειτουργικό περιβάλλον. Οι «πεφωτισμένοι» προτιμούσαν να γράφουν στην Εβραϊκή αντί της κοινώς χρησιμοποιούμενης Γερμανοεβραϊκής (Γίντις), την οποία θεωρούσαν απλώς άλλη μία διάλεκτο της γερμανικής γλώσσας. 

Η εκκοσμίκευση στην οποία αποσκοπούσαν θα επιτυγχανόταν μόνο με τη χρήση της βιβλικής γλώσσας ως μέσου επικοινωνίας μεταξύ των εβραϊκών πληθυσμών. Ως αποτέλεσμα, το 1793 εκδόθηκε από τους «πεφωτισμένους» στην Καινιξβέργη της Πρωσίας η πρώτη εφημερίδα στην εβραϊκή γλώσσα: המאסף χαμεασέφ «Ο συλλέκτης». Μέρος του εντύπου ήταν αφιερωμένο σε μεταφράσεις, στη σύγχρονη λογοτεχνία και φιλολογία, καθώς και σε ειδήσεις. Η έκδοση παρόμοιων εντύπων στη Βιέννη, αλλά και στη Ρωσία (παρά την επιφυλακτική στάση του παραδοσιακού Ιουδαϊσμού), έπαιξε σημαντικό ρόλο στην καλλιέργεια της Εβραϊκής ως σύγχρονης γλώσσας.Εντούτοις, η αναβίωση της Εβραϊκής ως μητρικής γλώσσας έχει την αφετηρία της στις προσπάθειες του Ελιέζερ Μπεν-Γεχούντα (1858-1922, אליעזר בן–יהודה). 

Ο Μπεν-Γεχούντα εντάχθηκε στο εβραϊκό εθνικιστικό κίνημα και το 1881 μετανάστευσε στη Γη του Ισραήλ (eretz yisra'el), που τότε αποτελούσε τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Παρακινούμενος από τα ιδανικά της ανανέωσης και της απόρριψης του τρόπου ζωής της Διασποράς (σε μικρά χωριά και κωμοπόλεις γνωστές ως στετλ-shtetl, πληθ. shtetlakh, ο Μπεν-Γεχούντα έθεσε σκοπό να αναπτύξει τα μέσα για να καταστήσει τη γραπτή τελετουργική γλώσσα καθημερινή, ομιλουμένη γλώσσα. 

Ωστόσο, το είδος της Εβραϊκής που επιδίωκε ακολουθούσε πρότυπα που είχαν αντικατασταθεί στην ανατολική Ευρώπη από διαφορετική γραμματική και ύφος, όπως φανερώνουν τα κείμενα του Αχάντ Χα-Αμ και άλλων. Οι οργανωτικές του προσπάθειες και η ανάμιξή του στην ίδρυση σχολείων και στη συγγραφή βιβλίων κατέστησαν τις ενέργειές του σχετικά με τη γλώσσα ένα σταδιακά ανερχόμενο κίνημα. Εντούτοις, μόνο μετά τη «Δεύτερη Επάνοδο» (aliyah, 1904-1914) κατόρθωσε πραγματικά η Εβραϊκή γλώσσα να εδραιωθεί στην Οθωμανική Παλαιστίνη, όταν επιχειρήσεις με υψηλό επίπεδο οργάνωσης συστάθηκαν από νεότερες ομάδες μεταναστών. 

 Όταν η υπό βρετανική εντολή Παλαιστίνη αναγνώρισε την Εβραϊκή ως μία από τις τρεις επίσημες γλώσσες της χώρας (1922, μαζί με την Αγγλική και την Αραβική), το νέο επίσημο καθεστώς συνέβαλε στη διάχυσή της. Μια νεοσύστατη γλώσσα με γνήσια σημιτικό λεξιλόγιο και σύστημα γραφής, αλλά συχνά ευρωπαϊκή ως προς τη σύνταξη και τη μορφή, επρόκειτο να λάβει τη θέση της μεταξύ των σύγχρονων γλωσσών των εθνών. 

Ορισμένοι θεώρησαν ότι το έργο του Μπεν-Γεχούντα υπήρξε βλάσφημο (δεδομένου ότι η Εβραϊκή ήταν η ιερή γλώσσα της Τορά και, ως εκ τούτου, μερικοί πίστευαν ότι δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιείται για να συζητούνται κοινά, καθημερινά ζητήματα), αλλά πολλοί αντιλήφθηκαν σύντομα την ανάγκη για κοινή γλώσσα μεταξύ των Εβραίων, οι οποίοι στις αρχές του 20ού αιώνα κατέφθαναν μαζικά στο Ισραήλ (προτού γίνει ανεξάρτητο κράτος) προερχόμενοι από διαφορετικές χώρες και μιλώντας διαφορετικές γλώσσες. 

Τότε ιδρύθηκε το «Συμβούλιο Εβραϊκής Γλώσσας», το οποίο αργότερα μετατράπηκε στην Ακαδημία για την Εβραϊκή γλώσσα, που υπάρχει μέχρι σήμερα. Αποτέλεσμα της εργασίας, τόσο της δικής του όσο και του Συμβουλίου, ήταν η έκδοση του λεξικού, που είναι γνωστό ως Το Πλήρες Λεξικό τής Αρχαίας και Σύγχρονης Εβραϊκής. 

Το έργο του Μπεν-Γεχούντα έπεσε σε γόνιμο έδαφος και στην αρχή του 20ού αιώνα η Εβραϊκή κέρδιζε ολοένα και περισσότερο έδαφος, για να καταστεί η κύρια γλώσσα του Εβραϊκού πληθυσμού στο οθωμανικό και, κατόπιν, υπό βρετανική εντολή Ισραήλ...֍ 

https://www.facebook.com/jalgava